Πέμπτη 4 Απριλίου 2013


Η Τριλογία των Χρωμάτων: Μπλε
Krzysztof Kieslowski, 1993

Είναι γνωστό ότι Κριστόφ Κισλόφσκι με τις γαλλόφωνες ταινίες του επιχείρησε να εξερευνήσει τη σύγχρονη γαλλική πραγματικότητα αγγίζοντας θέματα τόσο της καθημερινότητας όσο και της τέχνης. Έτσι, η Τριλογία των Χρωμάτων: Μπλε, Λευκό, Κόκκινο, που πήρε το όνομά της από τα χρώματα της γαλλικής σημαίας, αναδεικνύει το όραμα του δημιουργού για το σύγχρονο νόημα των αντίστοιχων ιδεών της Ελευθερίας, της Ισότητας και της Αδελφότητας. Η πρώτη ταινία, που ονομάζεται "Μπλε", παρουσιάζει την προσπάθειας μιας νεαρής γυναίκας, της Julie, να επιβιώσει μετά από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα όπου έχασε το κοριτσάκι της και το σύζυγο της, ο οποίος ήταν διάσημος συνθέτης.

Η Julie προσπαθεί να ξεκινήσει μια νέα ζωή, ανεξάρτητη και απομονωμένη από τους φίλους της, τον έρωτα και τη μουσική. Όταν μια δημοσιογράφος υποψιάζεται ότι εκείνη ήταν η πραγματική συνθέτρια των μουσικών έργων του συζύγου της, αντιδρά απότομα απομακρύνοντας ακόμη και τον Olivier, τον πρώην βοηθό του συνθέτη που είναι ερωτευμένος μαζί της. Το γεγονός αυτό γίνεται επίσης η αιτία για να ανακαλύψει ότι ο σύζυγός της είχε διπλή συναισθηματική ζωή. Τα χτυπήματα είναι σκληρά όμως, σταδιακά, βρίσκει τη δύναμη να σταθεί στα πόδια της, παρά το σοκ και την αίσθηση της απόλυτης απώλειας.

Καταφέρνει να ελέγξει την ευάλωτη φύση της και να ξεπεράσει τη μοναξιά της. Με τη δύναμη και την αξιοπρέπεια της, κερδίζει τον πλήρη σεβασμό του θεατή. Ως χαρακτήρας, ο Olivier είναι επίσης πολύ ενδιαφέρων. Ο διακριτικός του έρωτας τον κάνει να προσπαθεί με κάθε τρόπο να βοηθήσει τη Julie στα πρώτα της αβέβαια βήματα. Την  ακολουθεί πληγωμένος αλλά υπομονετικός, έτοιμος να παρέμβει όταν εκείνη τον χρειαστεί. Είναι αυτός που τη στηρίζει συναισθηματικά και τη βοηθάει να ολοκληρώσει τη σύνθεση του Ύμνου της Ευρώπης.

Σε αυτή την πρωτότυπη ταινία, ο Κισλόφσκι επαναπροσδιορίζει την ουσία της Ελευθερίας ως Ελευθερία από τα πάθη, με τρόπο που η κάθαρση γίνεται αναπόφευκτη. Ο θεατής βυθίζεται στην κυριαρχία του μπλε και τελικά "αντιμετωπίζει" και ο ίδιος τη διελκυστίνδα ανάμεσα στην Ελευθερία και το Πεπρωμένο.




.................................................................................................................................

Trois couleurs: Bleu
Krzysztof Kieslowski, 1993

C'est bien connu que Krzysztof Kieslowski vers ses films francophones a tenté d'explorer la réalité française contemporaine en traitant des thèmes aussi quotidiens que artistiques. Alors, sa Trilogie des Couleurs Bleu, Blanc, Rouge, qui a été ainsi nommée d'après les couleurs du drapeau français, demontre la vision du createur sur la notion actuelle des idées respectives de Liberté, Egalité, Fraternité. Le premier film, qui s'appelle "Bleu", présente l'effort d' une jeune femme, Julie, de survivre après un accident automobile, où elle perd sa petite fille e son mari qui était un compositeur fameux .

Julie essaie de commencer une nouvelle vie, indépendante et isolée de ses amis, de l' amour, de la musique. Quand une journaliste soupçonne que c'était elle qui composait les œuvres musicaux de son mari, elle réagit brusquement en éloignant même Olivier, l'ancient assistant du compositeur qui est amoureux d'elle. Cependant, cet événement devient la cause de découvrir que son époux menait une double vie sentimentale. Les coups sont graves néanmoins, graduellement, elle trouve la puissance de se tenir à ses jambes malgré tous les chocs et le sens d'une perte absolue. 

Elle parvient à maîtriser sa vulnérabilité et dévancer sa solitude. A cause de sa force et de sa dignité elle gagne tout le respect du spectateur. Comme personnage, celui d'Olivier est aussi bien intéressant. Son amour modeste le fait s'efforcer d'aider Julie à ses premiers pas incertains; il la poursuit dechiré et patient, prêt d'intervenir quand elle a besoin de lui. C'est lui qui la soutient sentimentalement et qui l'aide à achever la synthèse de l'hymne Européen.

Vers ce film original, Kieslowski redéfinit la substance de la Liberté à celle de Liberté de passions, de sorte que la purification est inevitable. Le spectateur se trouve plongé dans la domination du bleu et finalement il adopte lui-même cet enjeu entre la Liberté et la Predéstination.




Ερρίκος Δ'
Λουίτζι Πιραντέλλο, 1921

Σε αυτή την τραγωδία σε τρεις πράξεις, ο Πιραντέλλο εμπνευσμένος ίσως από τη νευρική ασθένεια της συζύγου του, αφηγείται την ιστορία ενός αστού, ο οποίος μετά την πτώση του από ένα άλογο και το τραύμα στον αυχένα που είχε ως αποτέλεσμα, χάνει κάθε αίσθηση της πραγματικότητας και αναβιώνει ο ίδιος την πραγματικότητα του Ερρίκου Δ', του αυτοκράτορα της Γερμανίας, ο οποίος έζησε κατά τη διάρκεια του δωδέκατου αιώνα.

Αυτή η εμμονή δεν προκύπτει τυχαία, αλλά επειδή το ατύχημα συνέβη κατά τη διάρκεια μιας αποκριάτικης γιορτής στο σπίτι του, όπου όλοι οι επισκέπτες, όπως κι εκείνος, έπρεπε να ντυθούν με παλιά κοστούμια που αναπαριστούσαν διάφορες ιστορικές προσωπικότητες. Δεδομένου ότι είχε επιλέξει να ντυθεί Ερρίκος Δ', μετά το τραύμα βρίσκεται σε σύγχυση και πιστεύει ότι αυτή είναι η πραγματική του ταυτότητα.

Επειδή προέρχονταν από μια οικογένεια αστών, η αδελφή του αποφασίζει να του παραχωρήσει μία από τις δευτερεύουσες κατοικίες της για να τη χρησιμοποιήσει ως παλάτι, και επίσης προσλαμβάνει μερικούς νέους ηθοποιούς για να τον συνοδεύσουν ως υπηρέτες και σύμβουλοί του. Έτσι, ο ήρωας καταφέρνει να ζήσει ο ίδιος την ιστορία του Ερρίκου Δ' για είκοσι ολόκληρα χρόνια, μέχρι το θάνατο της αγαπημένης του αδελφής, η οποία ως τότε προσποιούνταν πως ήταν η μητέρα του «Αυτοκράτορα».

Σε αυτό το σημείο, και σύμφωνα με τις επιθυμίες της αδελφής του, ο ανιψιός του, Carlo Nolli, συγκεντρώνει μια συντροφιά οικείων του ατόμων που συνοδεύονταν από έναν γιατρό για να "ξυπνήσουν" τον άρρωστο θείο του και να του αποκαλύψουν την αλήθεια. Η συντροφιά αποτελείται από έναν παλιό του φίλο, τον Belcredi, τη γυναίκα που αγαπούσε τότε, την κόρη της Frida και τον γιατρό που αναφέρθηκε προηγουμένως. Όλοι ντύνονται με κοστούμια της εποχής και να προετοιμάζονται να του αποκαλύψουν ότι ζει στον εικοστό αιώνα και ότι έχει χάσει είκοσι χρόνια από τη ζωή του, βυθισμένος σε αυτή την ψευδαίσθηση.

Η έκπληξή τους είναι τεράστια, όταν σε έναν παροξυσμό διαύγειας εκείνος κάνει την δική του αποκάλυψη, λέγοντάς τους ότι είχε θεραπευτεί οκτώ χρόνια πριν, αλλά ότι προσποιούνταν πως είναι ακόμα εγκλωβισμένος σε αυτή την τρέλα για να ζήσει απελευθερωμένος από τις υποκρισίες τους.

Η παράσταση "Ερρίκος Δ" ανέβηκε από το ελληνικό Εθνικό Θέατρο το 2006, με μεγάλη επιτυχία και ενθουσιώδη υποδοχή από το κοινό και τους κριτικούς.

.........................................................................................................................

Enrico IV
Luigi Pirandello, 1921

In questa tragedia in tre atti, Pirandello, magari ispirato dalla malattia nervosa della propria moglie, racconta la storia di un borghese che dopo la caduta di un cavallo e un a eventuale battuta alla nuca, perde ogni senso di realtà e si fa vivere quella realtà di Enrico IV, imperatore di Germania che è vissuto durante il XII secolo.

Questa sua ossessione non succede a caso ma perché l'incidente ha avuto luogo durante una festa carnavalesca a casa sua dove tutti gli invitati, compreso lui, dovrebbero vestirsi in costumi antichi rappresentando varie personalità storiche. Siccome lui aveva scelto quella di Enrico IV, dopo il trauma si trova confuso e crede che questa sia la sua vera identità.

Siccome provenivano da una famiglia borghese, sua sorella decide di cedergli una sua casa secondaria per servigli di palazzo e anche assume alcuni attori giovani per accompagnarlo come valetti e consiglieri. Così, l'eroe riesce a vivere lui stesso la storia già scritta di Enrico IV per venti lunghi anni, fino alla morte di sua cara sorella, che finora pretendeva di essere la madre  dell' "imperatore".

A questo punto, e a secondo l'esigenza di sua sorella, suo nipote Carlo di Nolli, raduna una compagnia di persone familiari accompagnate da un medico per "risvegliare" suo zio malato e per svelargli la verità. La compagnia consiste in un suo vecchio amico, Belcredi, la donna che allora amava, sua figlia Frida e o sudetto medico. Si vestono tuttti in costumi adeguati e si preparano a mostragli che vive nel Novecento e che ha perso venti anni della sua vita immerso in questa allucinazione.

La loro sοrpresa è enorme quando lui in un delirio di lucidità fa la sua propria rivelazione, dicendogli che era stato guarito otto anni prima, ma che stava fingendo di essere ancora fissato in questa pazzia per vivere liberato dalle sue ipocrisie. 

L'opera "Enrico IV" è stata recitata dal Teatro Nazionale Greco in 2006 con molto successo e una accoglienza entusiasta dal pubblico e dai critici.




Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

Περί Τυφλότητος
Ζοζέ Σαραμάγκου, 1995

Το Περί Τυφλότητος είναι ένα μυθιστόρημα του Ζοζέ Σαραμάγκου που εκδόθηκε το 1995, το οποίο διερευνά τις συνέπειες μιας επιδημίας "λευκής" τυφλότητας στον πληθυσμό μιας ολόκληρης χώρας. 

Όπως συμβαίνει σε πολλά άλλα μυθιστορήματα του ταλαντούχου συγγραφέα, που βραβεύτηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1998, η πλοκή στηρίζεται σε μια υπόθεση μη ρεαλιστική και υπερβολική, σύμφωνα με την οποία ένα ολόκληρο έθνος θα μπορούσε να τυφλωθεί από τη μία στιγμή στην άλλη εξαιτίας μιας μεταδοτικής ασθένειας. Ωστόσο, με εξαίρεση αυτήν την απίθανη αφετηρία, ο συλλογισμός του συγγραφέα επιχειρεί να αναλύσει εκ νέου το πλέγμα της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε έναν κόσμο όπου κανείς δεν μπορεί να δει ούτε να εμπιστευτεί τις υπόλοιπες αισθήσεις του.

Κανείς από τους χαρακτήρες του έργου δεν χρησιμοποιεί το όνομά του και όλοι προσδιορίζονται από κάποια χαρακτηριστική τους ιδιότητα όπως η ηλικία ή το επάγγελμά τους. Οι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος, που είναι ένας οφθαλμίατρος και η γυναίκα του, γίνονται οι πρώτοι που εισάγονται στην καραντίνα που εγκατέστησε το κράτος σε ένα παλιό ψυχιατρείο, το οποίο κατέληξε να στεγάζει πάνω από διακόσια άτομα. Σε αυτό το ψυχιατρείο, όπου εκδηλώθηκαν οι πιο σοκαριστικές και χυδαίες εκφάνσεις της ανθρώπινης φύσης, μοναδική μάρτυρας υπήρξε η γυναίκα του γιατρού που ποτέ δεν έχασε την όρασή της.

Θεωρώντας το σύνολο αυτού του έργου μια μεταφορική απεικόνιση του κόσμου που έχασε τις αισθήσεις του και παραμένει ανήθικος και διεφθαρμένος, η παρουσία αυτής της γυναίκας συνιστά τη μεταφορική έκφραση της ελπίδας ακόμη και όταν κάθε κοινωνική δομή έχει καταρρεύσει σε μια χώρα που έμεινε χωρίς τροφή, χωρίς βοήθεια και χωρίς κανένα κίνητρο επιβίωσης.


Το μυθιστόρημα Περί Τυφλότητος του Ζοζέ Σαραμάγκου κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη.


........................................................................................................................


Ensaio sobre a Cegueira
José Saramago, 1995

O Ensaio sobre a Cegueira é um romance de José Saramago publicado em 1995 onde se indagam as consequências de uma epidemia de cegueira "branca" sobre a povoação de um país inteiro.

Como sucede em muitos outros romances do dotado escitor,  galardoado com o Nobel de Literatura de 1998, a trama da história baseia-se numa hipótese irreal e extravagante, a de que toda uma nação pudesse tornar-se cega dum momento para o outro por causa dum contágio. Não obstante, salvo esse ponto de partida inopinado, o raciocínio do escritor trata de analisar de novo a rede do comportamento humano num mundo onde ninguém pode ver nem se fiar nos seus restantes sentidos.

Nenhuma das pesonagens da obra utiliza o seu nome, de modo que todos são definidos por uma sua propriedade característica tal como a sua idade ou profissão. Os protagonistas do romance, que são um médico optalmologista e a sua mulher, são os primeiros a entrar na quarantena organizada pelo estado num antigo manicómio que acabou por hospedar mais de duzentas pessoas. Nesse manicómio onde se manifestaram as vulgaridades mais chocantes da natureza humana, a única testemunha foi a mulher do médico que nunca perdeu a visão.

Considerando toda esta obra como uma metáfora do mundo que perdeu os seus sentidos e fica desmoralizado e corrupto, a presença dessa mulher constitui a metáfora da esperança ainda quando cada estrutura social está derrubada num país que fica sem comida, sem ajuda e sem motivo algum de sobrevivência.